Soumya Swaminathan: “Τα lockdowns πλήττουν τους φτωχούς”
Από την Κέλλυ Φαναριώτη
Απαισιόδοξο μήνυμα για εκατομμύρια ανθρώπους στον κόσμο που θα βρεθούν αντιμέτωποι με τον κοινωνικό αποκλεισμό και την οικονομική εξαθλίωση από τις συνέπειες της πανδημίας, εκφράζει μέσα από την αποκλειστική συνέντευξή της στη «δημοκρατία»* η επιστημονική διευθύντρια του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, Σούμια Σουαμινάθαν.
Σύμφωνα με την Ινδή γιατρό που αποτελεί την επίσημη «φωνή» του οργανισμού σε ό,τι αφορά τα νέα επιστημονικά δεδομένα για τον ιό, οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις θα είναι καταστροφικές.
«Δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι κινδυνεύουν να βρεθούν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, εκατομμύρια επιχειρήσεις θα κλείσουν ενώ το ήμισυ του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού των 3,3 δισεκατομμυρίων, κινδυνεύει να χάσει το βιος του. Τα lockdowns έχουν πολλαπλάσιες αρνητικές επιδράσεις στους ευάλωτους και οικονομικά ασθενέστερους πληθυσμούς», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Στον αντίποδα, για πρώτη φορά στα χρονικά η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα συνεργάζεται τόσο στενά για έναν κοινό σκοπό που δεν είναι άλλος από την παρασκευή εμβολίου ή φαρμάκου που θα μας επιτρέψει την πολυπόθητη επιστροφή στην κανονικότητα. Όπως εξηγεί η δρ. Σουαμινάθαν, αυτή τη στιγμή 48 εμβόλια διαφορετικών και καινοτομικών τεχνολογιών βρίσκονται σε πλήρη ανάπτυξη, 11 εκ των οποίων είναι ήδη στη φάση III. «Δεν ξέρουμε ακόμη ποιο η ποια θα περάσουν όλα τα τεστ αποτελεσματικότητας, ασφάλειας και διάρκειας κάλυψης», σημειώνει.
Σε ό, τι έχει να κάνει με τα φάρμακα, η γιατρός του ΠΟΥ τονίζει πως μόνο τα κορτικοστεροειδή (δεξαμεθαζόνη) έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά σε σοβαρές περιπτώσεις Covid -19. «Με την ανοσολογική απόκριση που προκαλούν, μπορούν να σώσουν τη ζωή πολύ άρρωστων ασθενών με κορονοϊό. Επιπλέον, τα μονοκλωνικά αντισώματα έχουν αποτελέσματα τόσο στην πρόληψη όσο και στη θεραπεία όμως είναι δύσκολη η παραγωγή τους σε μεγάλες ποσότητες και είναι ακριβή θεραπεία», σημειώνει προσθέτοντας πως και τα αντιπηκτικά επίσης δείχνουν να βοηθούν επειδή ο ιός δημιουργεί θρομβώσεις σε βαριά αρρώστους.
Τεράστια σημασία ωστόσο έχει, σύμφωνα με την επικεφαλής επιστήμονα του ΠΟΥ, και η ευρεία διαθεσιμότητα οξυγόνου στις υπηρεσίες υγείας καθώς έχει αποδειχθεί εξαιρετικά ωφέλιμη σε βαριά νοσούντες.
Τα δεδομένα αυτά είναι εν πολλοίς ενθαρρυντικά, ωστόσο, ο δρόμος που έχουμε ακόμη μπροστά μας φαίνεται να είναι μακρύς και ανηφορικός. «Μπορεί να κουραστήκαμε από τον ιό αλλά εκείνος δεν κουράστηκε με εμάς», τονίζει με νόημα η γιατρός, επισημαίνοντας πως αυτή την εβδομάδα τα κρούσματα ξεπέρασαν τα 50 εκατομμύρια παγκοσμίως.
«Ο μόνος τρόπος να σπάσουμε την αλυσίδα μετάδοσης είναι να τηρούμε τα μέτρα προστασίας, να εντοπίζουμε τα κρούσματα, να τα απομονώνουμε και να παρακολουθούμε παράλληλα τις στενές επαφές τους, να προστατεύουμε τους εργαζόμενους στον τομέα της υγείας και φυσικά να ενισχύσουμε τα νοσοκομεία. Η υιοθέτηση κάποιων εξ’ αυτών των μέτρων δε θα φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Πρέπει τα κράτη να εφαρμόζουν όλα τα παραπάνω παράλληλα».
Σύμφωνα με την ίδια, ο ΠΟΥ με μια σειρά από μαθηματικά μοντέλα έχει υπολογίσει ότι το ποσοστό θνητότητας όσων νοσούν από κορονοϊό ανέρχεται στο 0,6% που σημαίνει ένας θάνατος σε 200 κρούσματα.
«Στοπ» στην κατανάλωση άγριων ζώων
Από τις πρώτες κιόλας ημέρες εμφάνισης της πανδημίας, πολύς λόγος έγινε για τις υγρές, υπαίθριες αγορές της Κίνας με την επιστημονική κοινότητα να θεωρεί υπεύθυνους τους αιματηρούς πάγκους τους για τη μετάδοση και εξάπλωση του SARS-CoV-2 που άλλαξε τον κόσμο όπως τον γνωρίζαμε μέχρι πρότινος.
«Οι αγορές αυτές αποτελούν πηγή διατροφής για εκατομμύρια ανθρώπους, δεν μπορούν να κλείσουν. Πρέπει όμως να τηρούν πολύ αυστηρά μέτρα και, το κυριότερο, πρέπει να απαγορευτεί εντελώς η πώληση αγρίων ζώων/πτηνών σε αυτές τις αγορές. To 70% των ιών προέρχονται από ζώα», σημειώνει και τονίζει πως το γεγονός ότι τα πρώτα κρούσματα κορονοϊού συνδέθηκαν τις αγορές στην Ουχάν δεν σημαίνει απαραίτητα πως η πανδημία ξεκίνησε από εκεί. «Από τότε που εντοπίστηκαν οι πρώτες περιπτώσεις Covid -19 , ο ΠΟΥ αναζητούσε στοιχεία για το πώς ο ιός αρχικά έκανε το άλμα από ζώα σε ανθρώπους. Οι μελέτες για την προέλευσή του βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη και αναμένουμε τα αποτελέσματα με ανυπομονησία, καθώς η ικανότητά μας να αποτρέψουμε και να ανταποκριθούμε σε μελλοντικές πανδημίες εξαρτάται από τον εντοπισμό των φυσικών δεξαμενών και των ενδιάμεσων ξενιστών του SARS-CoV-2».
Αναφερόμενη στις επιπτώσεις των lockdowns – τα οποία μάλιστα χαρακτηρίζει ως ακραία μέτρα – η γιατρός του ΠΟΥ υπογραμμίζει πως η απομόνωση, η απώλεια εισοδήματος που απορρέει από το κλείσιμο των επιχειρήσεων καθώς και ο διαρκής φόβος για την υγεία και το μέλλον, μπορούν να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας ή να επιδεινώσουν τα ήδη υπάρχοντα.
«Η εργασία από το σπίτι, η κατ’ οίκον εκπαίδευση των παιδιών και η έλλειψη επαφής με άλλα μέλη της οικογένειας, φίλους και συναδέλφους, είναι λογικό να επηρεάσει την ψυχική μας ευημερία. Υπάρχουν ωστόσο που κάποια πράγματα που θα μπορούμε να κάνουμε για να βοηθήσουμε τον εαυτό μας σε αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση· η τήρηση τακτικών ρουτινών, όσον αφορά στον ύπνο και τα γεύματα είναι σημαντική. Επίσης η σωστή κατανομή του χρόνου για εργασία και ξεκούραση είναι εξίσου ωφέλιμη».
Την ίδια ώρα, όπως λέει, θα πρέπει οι κυβερνήσεις να εκμεταλλευτούν στο έπακρο το καθεστώς της καραντίνας προκειμένου να ενισχυθούν νοσοκομεία και δομές υγείας ενώ παράλληλα να γίνονται όσο το δυνατόν περισσότερα τεστ στον πληθυσμό.
«Ενισχύστε το κράτος πρόνοιας»
Ολοκληρώνοντας τη συζήτησή μας η δρ. Σοαυμινάθαν επισημαίνει πως η πανδημία του κορονοϊού αποτέλεσε αφορμή να «ξεγυμνωθούν» τα πολυδιαφημισμένα συστήματα πρόνοιας του δυτικού κόσμου που αποδείχθηκαν εξαιρετικά ελλιπή και ευάλωτα σε κρίσης και τονίζει την ανάγκη στροφής σε πιο ανθρωποκεντρικά συστήματα υγείας.
«Η πανδημία μας υπενθύμισε ότι η υγεία είναι το θεμέλιο της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας. Αυτή η κρίση στην υγεία πυροδότησε μια κοινωνικοοικονομική κρίση που θα επηρεάσει δισεκατομμύρια ζωές. Το ερώτημα είναι αν το μάθημα αυτό θα οδηγήσει σε ουσιαστικές επενδύσεις στην υγεία την επόμενη μέρα. Χρειαζόμαστε ενισχύσεις στον τομέα αυτό, αλλά δεν θα πρέπει να το θεωρήσουμε ως κόστος, αλλά σαν μια επένδυση που αποτελεί το θεμέλιο παραγωγικών, ανθεκτικών και σταθερών οικονομιών», επισημαίνει και καταλήγει: «Η υγεία είναι μια πολιτική επιλογή. Χωρίς ισχυρή πολιτική βούληση θα παραμείνει απλώς ένας στόχος για πολλές χώρες του κόσμου».
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “δημοκρατία” στις 21/11/20