...ιστορίες που αξίζει να διαδοθούν!

Ξεχασμένοι στη Θράκη

Από την Κέλλυ Φαναριώτη

«Αυτοί οι άνθρωποι είναι Έλληνες πολίτες. Ζουν στη χώρα μας, και ζητούν να ασχοληθούμε σοβαρά μαζί τους. Δεν ξέρουν πώς να μας πλησιάσουν. Είναι φοβισμένοι και αρκετά ταλαιπωρημένοι». Με τα παραπάνω λόγια η δημοσιογράφος Έλενα Μοσχίδη σκιαγραφεί το μεγάλο πρόβλημα της μουσουλμανικής μειονότητας στη Δυτική Θράκη – μια περιοχή που μέχρι το 1996 ήταν αποκλεισμένη με μπάρες από την υπόλοιπη χώρα – και προσθέτει: «Δε μπορούμε σε καμία περίπτωση να κλείνουμε τα μάτια και να μην ασχολούμαστε καθόλου με ένα τόσο σημαντικό κομμάτι της ελληνικής γης που λέγεται Θράκη. Πρέπει με κάποιον τρόπο να ασχοληθούμε, να μάθουμε, να διαβάσουμε, να ταξιδέψουμε εκεί και να γνωρίσουμε αυτούς τους ανθρώπους».

Η κ. Μοσχίδη μαζί με τη φωτογράφο Πέπη Λουλακάκη, ξεκίνησαν το 2008 ένα οδοιπορικό τολμώντας να «σπάσουν» το άβατο της μουσουλμανικής κοινωνίας της Θράκης, να κερδίσουν την εμπιστοσύνη της μειονότητας και να γνωρίσουν το επτασφράγιστο μυστικό της. Η έρευνά τους κράτησε δύο χρόνια, στη διάρκεια των οποίων έζησαν με τους ανθρώπους της Θράκης, μοιράστηκαν τις αγωνίες και τα όνειρά τους. Οι συνεντεύξεις με τους κατοίκους της περιοχής (Πομάκοι, Ρομά, Τουρκογενείς, Σουδανοί) και οι φωτογραφίες που αποτυπώνουν στιγμές της καθημερινότητάς τους, καταγράφηκαν σ’ ένα λεύκωμα με τίτλο «Θράκη. Τόσο κοντά, τόσο μακριά. Ο μουσουλμανικός κόσμος της», το οποίο κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη.

Στόχος των δύο γυναικών  ήταν να παρουσιάσουν στην υπόλοιπη Ελλάδα τον άγνωστο κόσμο της ελληνικής Θράκης, για τον οποίο κάποιοι αδιαφορούν επιδεικτικά.

Ο Νετζάτ Αχμέτ με την οικογένειά του

Η δύσκολη αρχή

Όπως μου εξηγούν, το όλο εγχείρημα δεν ήταν εύκολο, ειδικότερα στην αρχή που έπρεπε να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των απόμακρων και καχύποπτων μουσουλμάνων. «Χρειάστηκε χρόνος μέχρι να μας εμπιστευτούν. Πρόκειται για μια κοινωνία αρκετά κλειστή και επιφυλακτική όπου οι άνθρωποι ζουν απομονωμένοι, έχουν τη δική τους ζωή, τα δικά τους ήθη και έθιμα, δεν συναναστρέφονται και πάρα πολύ με τους χριστιανούς παρά μόνο σε επαγγελματικές συναλλαγές», δηλώνει η Έλενα Μοσχίδη. Η δημοσιογραφική εμπειρία τόσο της ίδιας όσο και της φωτογράφου σχετικά με την ισλαμική κουλτούρα, αποτέλεσε σημαντικό εφόδιο ώστε να μπουν στα σπίτια των μουσουλμάνων και να γίνουν κοινωνοί της ζωής τους. «Μπαίνοντας στις γειτονιές και εν συνεχεία στις ζωές τους ήταν σα να κάναμε μετάβαση σε μια άλλη εποχή. Η πρώτη τους αντίδραση βέβαια ήταν έκπληξη και δυσπιστία. Όταν όμως τους επισκεφτήκαμε ξανά και μας έβλεπαν όλο και πιο συχνά να ταξιδεύουμε στην περιοχή και να γνωρίζουμε περισσότερους ανθρώπους από όλες τις μειονότητες χωρίς διάκριση αλλά με αληθινό ενδιαφέρον, τότε τα σπιτικά τους άνοιξαν διάπλατα και φιλόξενα», λέει η Πέπη Λουλακάκη.

Πάντως, σε αυτή την ανδροκρατούμενη κοινωνία, σημαντικό ρόλο έπαιξε το ότι ήταν γυναίκες κι έτσι μπορούσαν να «αλωνίζουν» στα νυχτέρια, τις βόλτες και τις συναναστροφές τους με απόλυτη εμπιστοσύνη. «Αν ήμασταν άνδρες δε θα μπορούσαμε να μπούμε στα σπίτια τους και να φωτογραφίσουμε τις γυναίκες τους. Εμάς μας εμπιστεύτηκαν μέχρι και τα ανήλικα παιδιά τους να τα συνοδέψουμε στις γιορτές και τα πανηγύρια τους , όπως την Γιορτή της Άνοιξης και το έθιμο της Πάλης», συμπληρώνει.

Νεαρή Ρομά μακιγιάρεται στο χωριό Δροσερό

Η «πληγή» της εκπαίδευσης

Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα παιδιά των μειονοτήτων, είναι η ελλιπής εκπαίδευση στην ελληνική γλώσσα. Στα μειονοτικά σχολεία της περιοχής η Πομακική γλώσσα και η Ρομανί δεν διδάσκονται, αλλά μιλιούνται μόνο στο σπίτι. Η Έλενα Μοσχίδη και η Πέπη Λουλακάκη, απέκτησαν ελεύθερη πρόσβαση στα μειονοτικά σχολεία έπειτα από σχετική άδεια που τους χορήγησε το Υπουργείο Παιδείας. «Η εκπαίδευση στα χωριά αυτά είναι μια πικρή ιστορία. Τα μειονοτικά σχολειά αδυνατούν να καλύψουν τις ανάγκες των παιδιών, τα οποία είναι Έλληνες πολίτες, ζουν στην Ελλάδα και έχουν ζητήματα με τη γλώσσα. Στο σχολείο διδάσκονται τούρκικα και ελληνικά, ενώ στο σπίτι μιλούν τη μητρική τους γλώσσα (Πομάκικα ή Ρομανί). Χρησιμοποιούν συνολικά τέσσερις γλώσσες, με αποτέλεσμα να μη μιλούν καμιά άρτια», τονίζει η κ. Μοσχίδη.

Ωστόσο όπως διευκρινίζει, γίνονται φιλότιμες προσπάθειες από δασκάλους και καθηγητές ώστε όλα τα παιδιά να μαθαίνουν σωστά την ελληνική γλώσσα και να μπορούν να επικοινωνούν με τους χριστιανούς συμπολίτες τους χωρίς να χρειάζονται μεσάζοντα. Προσθέτει δε, πως η παράδοση των μαθημάτων γίνεται με ιδιαίτερο τρόπο και ευαισθησία, ειδικότερα στο κομμάτι της ιστορίας. «Ο δάσκαλος εφεύρει πολλές φορές δική του τεχνική ώστε να περάσει στους μαθητές το σωστό μήνυμα. Δεν είναι εύκολη υπόθεση η δουλειά των δασκάλων σε αυτά τα σχολεία».

Ανεργία

Την ίδια ώρα, η ανεργία χτυπάει «κόκκινο» στην περιοχή και για το λόγο αυτό τα αγόρια μόλις ενηλικιωθούν μεταναστεύουν στη Γερμανία. «Συναντήσαμε χωριά όπου ο μεγαλύτερος πληθυσμός τους αποτελούνταν σχεδόν αποκλειστικά από γυναίκες, γέρους και παιδιά. Οι άντρες φεύγουν εκτός ή εντός Ελλάδας για ανεύρεση εποχικής εργασίας», λέει η κα. Λουλακάκη. Επιπλέον, το ζήτημα για τη συνέχεια ή όχι της καλλιέργειας του καπνού επίσης απασχολεί όλες τις οικογένειες που ασχολούνται αποκλειστικά με αυτήν, από γενιά σε γενιά.

« Σίγουρα η κατάσταση στη Δυτική Θράκη επιδέχεται μεγάλη βελτίωση σε όλους τους τομείς και κάτι τέτοιο είναι εφικτό όσο δεν υπάρχει άγνοια και αποστασιοποίηση», εκτιμά η κ. Λουλακάκη.

Πανηγύρι της πάλης σε χωριό της Θράκης

You might also like

This website uses cookies to improve your experience. We'll assume you're ok with this, but you can opt-out if you wish. Accept Read More

Privacy & Cookies Policy