...ιστορίες που αξίζει να διαδοθούν!

Μια 50χρονη εκταφέας νεκρών εξομολογείται…

Από την Κέλλυ Φαναριώτη

Φαντάζει μακάβριο κι ανατριχιαστικό, ωστόσο, είναι μια δουλειά που κάποιος πρέπει να κάνει. Άλλωστε, η έλλειψη χώρου στα νεκροταφεία των μεγάλων αστικών κέντρων της Ελλάδας δεν αφήνει και πολλά περιθώρια με αποτέλεσμα η εκταφή νεκρών στα τρία χρόνια να είναι υποχρεωτική.

Όσοι έχουμε παρευρεθεί σε κηδείες, έχουμε δει άντρες να αναλαμβάνουν αυτόν τον, δύσκολο για εμάς, ρόλο. Εκτός από το ότι οι άνδρες φημίζονται για την ψυχραιμία τους σε τέτοιου είδους καταστάσεις, πρόκειται για μια δουλειά που εκτός των άλλων, απαιτεί και μυϊκή δύναμη. Μετά από αρκετό κόπο, κατάφερα να βρω μια γυναίκα που ασχολείται επαγγελματικά με την εκταφή των νεκρών. Η 50χρονη Φ. που για ευνόητους λόγους επιθυμεί την ανωνυμία, εργάζεται τα τελευταία 14 χρόνια σε μεγάλο δημοτικό κοιμητήριο της χώρας.
Όλα ξεκίνησαν το 2.000, όταν βγήκε μια προκήρυξη για το δήμο της, δήλωσε συμμετοχή και τελικά έγινε δεκτή. Μέχρι εδώ όλα καλά. Τα…ζόρια ξεκίνησαν μόλις οι «παλιοί» της έδειχναν το νέο αντικείμενο της εργασίας της. Όπως είναι λογικό, η 50χρονη σήμερα γυναίκα, ένιωσε φόβο και αποτροπιασμό μόλις ήρθε αντιμέτωπη με τις εικόνες των πτωμάτων.
«Έκλαιγα, δεν ήθελα να κάνω αυτή τη δουλειά κι έκανα να φάω κρέας αρκετούς μήνες. Πήγα στον αρμόδιο και του εξήγησα πόσο δύσκολο είναι για μένα να κάνω τις εκταφές αλλά μου απάντησε πως δεν είχα επιλογή. Ή θα το έκανα ή θα έφευγα», αναφέρει η ίδια επισημαίνοντας πως τελικά δέχθηκε διότι είχε τέσσερα παιδιά και η οικογένειά της είχε ανάγκη αυτά τα χρήματα.
«Στην αρχή ήταν όλα πολύ δύσκολα. Είναι μια ψυχοφθόρα δουλειά όχι μόνο επειδή βλέπεις όσα βλέπεις αλλά κι επειδή καθημερινά χρειάζεται να σκάψεις και να σηκώσεις αρκετό βάρος. Ήταν λοιπόν πολλά εκείνα που έπρεπε να αρχίζω να συνηθίζω», υπογραμμίζει.
Όπως μου είπε, η μόνη στιγμή που φοβήθηκε ήταν όταν τους πρώτους μήνες έσκαβε κι ακούμπησε με το πόδι της μια ρίζα δέντρου. «Για μια στιγμή σάστισα, νόμιζα πως ήταν ο νεκρός και με τραβούσε», λέει τονίζοντας πως πλέον, μετά από 14 χρόνια σε αυτή τη δουλειά, δεν τη φοβίζει τίποτα.

Μάλιστα, όπως μου ανέφερε, πριν ξεκινήσει να εργάζεται στο δημοτικό νεκροταφείο, έβλεπε νεκροφόρα στο δρόμο κι έτρεχε μακρυά.

«Έχω δει αρκετά όλα αυτά τα χρόνια και πλέον δε σοκάρομαι εύκολα. Εκείνο που δε μπορώ με τίποτα να συνηθίσω είναι όταν χρειάζεται να κάνω εκταφή μικρά παιδιά και νέους ανθρώπους. Μου’χει τύχει να βγάζω τα κόκαλα ενός παιδιού δύο ετών και να κλαίω όπως έκλαιγε δίπλα μου η μητέρα του».

Η διαδικασία που ακολουθείται κατά την εκταφή των νεκρών προκειμένου ο τάφος να νοικιαστεί στον επόμενο, είναι η εξής: Ο εκταφέας φορώντας ειδική μάσκα και γάντια ανοίγει τον τάφο, σκίζει τα ρούχα κι αν το σώμα είναι σε αποσύνθεση, βγάζει τα κόκαλα, τα απολυμαίνει και στη συνέχεια τα δίνει στην οικογένεια που με τη σειρά της θα τα βάλει σε οστεοφυλάκιο ή σ’έναν οικογενειακό τάφο.
Τι γίνεται όμως με τους νεκρούς από τροχαία, το σώμα των οποίων πολλές φορές έχει διαμελιστεί; Η απάντηση της κυρίας Φ. είναι κάτι παραπάνω από σοκαριστική.

«Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι άνδρες του ΕΚΑΒ ή του γραφείου τελετών που έχει αναλάβει την κηδεία, «συναρμολογούν» το σώμα ή το βάζουν μέσα σε σάκο και στη συνέχεια στο φέρετρο. Έχει τύχει να ανοίξω έναν τέτοιο τάφο αλλά εξαιτίας του σάκου, το σώμα αργεί πολύ να λιώσει. Ανοίγουμε λοιπόν τη σακούλα για λίγο ώστε να πάρει αέρα και στη συνέχεια το βάζουμε πάλι μέσα», εξηγεί με μια φυσικότητα που σχεδόν με εντυπωσιάζει.
Έχοντας δει σε τι κατάσταση βρίσκεται το ανθρώπινο σώμα μετά το θάνατο, τη ρώτησα αν τελικά προτιμά την αποτέφρωση ή την παραδοσιακή ταφή. Η απάντησή της ήταν αυθόρμητη και ξεκάθαρη: «Προτιμώ την ταφή. Αυτό που λένε ότι μας τρώνε τα σκουλήκια δεν ισχύει. Έχω ανοίξει τόσους τάφους και ποτέ μου δεν είδα σκουλήκια. Δε θα ήθελα όμως να με κάψουν, ούτε εμένα, ούτε τα παιδιά μου».

You might also like

This website uses cookies to improve your experience. We'll assume you're ok with this, but you can opt-out if you wish. Accept Read More

Privacy & Cookies Policy