...ιστορίες που αξίζει να διαδοθούν!

Τζον Μαυρουδής: Ο βραβευμένος σκιτσογράφος του TIME και του New Yorker

Από την Κέλλυ Φαναριώτη

Ήταν Οκτώβριος του 2018 όταν ολόκληρη η σκεπτόμενη Αμερική κλυδωνιζόταν από την αποκαλυπτική κατάθεση της 51χρονης ακαδημαϊκού Κριστίν Μπλάζει Φορντ για τη σεξουαλική επίθεση που δέχθηκε από τον Μπερτ Κάβανο, εκλεκτό του Ντόναλντ Τραμπ για τη θέση του Ανώτατου Δικαστή. Ήταν τότε που τα σπαρακτικά της λόγια συγκλόνισαν γυναίκες κάθε ηλικίας και άγγιξαν τις ευαίσθητες χορδές του βραβευμένου πολιτικού σκιτσογράφου Τζον Μαυρουδή. Ο ομογενής εικονογράφος των μεγαλύτερων αμερικανικών εντύπων παρακολούθησε με τεράστιο και ειλικρινές ενδιαφέρον τα όσα η Φορντ κατέθετε ενώπιον της Γερουσίας και εμπνεύστηκε από αυτήν φιλοτεχνώντας μια από τις σημαντικότερες στιγμές της νεότερης πολιτικής σκιτσογραφίας των ΗΠΑ για το περιοδικό TIME. Η Φορντ σχεδιασμένη από τις πιο χαρακτηριστικές φράσεις της κατάθεσής της, στέκεται στο εξώφυλλο αγέρωχη με τα μάτια ερμητικά κλειστά και το δεξί της χέρι σηκωμένο στον ουρανό, υπενθυμίζοντας σε μια ολόκληρη χώρα τις αξίες της ατομικής ελευθερίας και της δικαιοσύνης.

Είναι δε χαρακτηριστικό πως από την πρώτη κιόλας μέρα κυκλοφορίας του εξωφύλλου που λίγο αργότερα έμελλε να χαρίσει στον κ. Μαρουδή μια σημαντική διάκριση, αυτή του καλύτερου εξωφύλλου για το 2019 από την Αμερικανική Εταιρεία Περιοδικών Εκδοτών, ήταν χιλιάδες τα μηνύματα υποστήριξης στα Μέσα Κοινής Δικτύωσης από ανθρώπους που έχουν βιώσει ανάλογες καταστάσεις με αυτή της ακαδημαϊκού.

Το εξώφυλλο της χρονιάς για το 2019 με υπογραφή του Μαυρουδή

Δεν ήταν όμως η πρώτη φορά που ο γεννημένος στο Σαν Φρανσίσκο Έλληνας σκιτσογράφος κέρδιζε το συγκεκριμένο βραβείο. Το 2006 το τεύχος Σεπτεμβρίου του New Yorker, του πιο δημοφιλούς έντυπου στον κόσμο, κυκλοφόρησε με σκίτσο τoυ Μαυρουδή και ψηφίστηκε πρώτο. Στο σκίτσο ήταν ο Φιλίπ Πετίτ, ο διάσημος σχοινοβάτης που το 1974 διέσχισε την απόσταση που χώριζε τους Δίδυμους Πύργους, σε ύψος 417 μέτρων. Μόνο που στο εξώφυλλο που σχεδίασε ο ομογενής καλλιτέχνης και το οποίο ήταν αφιερωμένο στην 11η Σεπτεμβρίου, ο Πετίτ περπατούσε στο κενό, χωρίς να υπάρχουν οι Δίδυμοι Πύργοι.

Εξώφυλλο της χρονιάς για το 2006 με υπογραφή του Μαυρουδή

«Θα μπορούσα να προσποιηθώ ότι δεν είναι και τόσο μεγάλη υπόθεση αυτά τα βραβεία, όμως, ειλικρινά, με χαροποιεί αφάνταστα η αναγνώριση της δουλειάς μου και με γεμίζει αυτοπεποίθηση. Η αναγνώριση κάθε είδους σε βοηθά, σε κινητοποιεί, σου δίνει κίνητρο να προσπαθείς ακόμη περισσότερο ώστε το επόμενο βήμα που θα κάνεις να είναι ακόμη καλύτερο από το προηγούμενο», μου λέει ο ίδιος και παραδέχεται ότι για αρκετά χρόνια εργαζόταν σχεδιάζοντας σκίτσα για εξώφυλλα περιοδικών και εφημερίδων, όμως δεν έπαιρνε από τη δουλειά αυτή όσα έδινε. «Απογοητεύτηκα πολλές φορές κι έφτασα σε σημείο να αμφισβητήσω την αξία μου», σημειώνει. Πλέον οι επαγγελματικές προτάσεις διαδέχονται η μία την άλλη και ο 50χρονος ομογενής θεωρείται ένας από τους πιο επιδραστικούς σκιτσογράφους παγκοσμίως. Ενδεικτικό της παρεμβατικότητάς του είναι ένα ακόμη εξώφυλλο του New Yorker στο οποίο ο ελληνικής καταγωγής καλλιτέχνης σατιρίζει τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλτ Τραμπ.

Εξώφυλλο του New Yorker που σατιρίζει τον Τραμπ

«Όταν το περιοδικό ΤΙΜΕ απηύθυνε έκκληση στον Τραμπ να σταματήσει να κοσμεί το γραφείο του και τα ξενοδοχεία του με ψεύτικα εξώφυλλα που είχαν το λογότυπο του ΤΙΜΕ και τον εκθείαζαν, μου ήρθε η ιδέα», αναφέρει και προσθέτει: «σχεδίασα το πρόσωπό του στο εξώφυλλο του New Yorker σκεπτόμενος τι θα έκανε ο ίδιος αν το έβλεπε. Έσβησα λοιπόν το λογότυπο του εντύπου με έναν κόκκινο μαρκαδόρο και το αντικατέστησα με εκείνο του TIME γράφοντας παράλληλα πόσο υπέροχος είναι». Το συγκεκριμένο εξώφυλλο έκανε το γύρο του διαδικτύου με τους χρήστες να σχολιάζουν πόσο ευρηματικό είναι και τους συγγενείς του Μαυρουδή να φοβούνται ακόμη και απέλαση από τη χώρα.

«Αναμφίβολα ο Τραμπ και όλοι οι διεφθαρμένοι άνθρωποι που έχει προσλάβει, μας δίνουν πάρα πολύ υλικό. Θα έλεγα πως είναι μια νέα χρυσή εποχή, όχι μόνο για την πολιτική τέχνη αλλά και για τη δημοσιογραφία και τον ακτιβισμό», υπογραμμίζει τονίζοντας πως η κατάσταση που επικρατεί στις ΗΠΑ υπό την προεδρία του πιο αμφιλεγόμενου προέδρου, κάνει καλό στη δουλειά του αλλά όχι στη χώρα του. «Αν μου ζητούσαν να σχεδιάσω ένα εξώφυλλο παίρνοντας ουδέτερη θέση απέναντι στον Τραμπ, δεν ξέρω πόσο επιτυχημένο θα ήταν. Επειδή συγκεντρώνει όλα εκείνα τα στοιχεία που απεχθάνομαι σε έναν άνθρωπο, είμαι σίγουρος πως η γνώμη μου γι’ αυτόν θα αποτυπωνόταν κατά κάποιον τρόπο στο χαρτί».

«Όλα τα χρωστώ στην ελληνική μου καταγωγή»

Την παραδοσιακή συνήθεια των απανταχού Ελλήνων να συγκεντρώνονται σε σπίτια συγγενών τις Κυριακές και να γλεντούν, τη διατήρησε η γιαγιά του στο μακρινό Σαν Φρανσίσκο, όπου ο Τζον μεγάλωσε και ζει ακόμη και σήμερα. Μάλιστα, αυτές οι περιβόητες οικογενειακές συνάξεις – των οποίων λίγο πολύ όλοι έχουμε γίνει κοινωνοί- αποτέλεσαν και την «σύριγγα» της μετάδοσης του μικροβίου της πολιτικής στον μικρό τότε Τζον που άκουγε τους συγγενείς του να σχολιάζουν τα πολιτικά τεκταινόμενα.

«Ο θείος μου ο Αναστάσης και η σύζυγός του Κλειώ μιλούσαν πάντα για τέτοια ζητήματα και μονίμως αναφέρονταν στα κακώς κείμενα του τότε προέδρου των Ηπα,Ρίτσαρντ Νίξον. Όταν μαζευόμασταν σε σπίτια συγγενών η πολιτική επικαιρότητα ήταν πάντοτε μέρος της συζήτησης των μεγάλων», θυμάται. Έτσι, μόλις ξεκίνησε τις σπουδές του βρήκε την κατάλληλη ευκαιρία να συνδυάσει την αγάπη του για τις τέχνες με αυτήν για τα τεκταινόμενα στο δημόσιο βίο, κι έτσι έγινε πολιτικός σκιτσογράφος στην εφημερίδα του πανεπιστημίου Νόρθριτζ της Καλιφόρνια , όπου σπούδασε Τέχνες και Δημοσιογραφία. «Ήταν μια πολύ όμορφη εμπειρία διότι έπρεπε συνεχώς να σκέφτομαι νέες ιδέες. Από τότε μέχρι σήμερα το μυαλό μου βρίσκεται σε μια αέναη αναζήτηση φρέσκων ιδεών».

Όπως παραδέχεται, σπουδαίο ρόλο στην επαγγελματική του διαμόρφωση έπαιξε η ελληνική του καταγωγή, όχι μόνο διότι οι συγγενείς του τού εμφύσησαν την αγάπη για την πολιτική, αλλά κι επειδή διάβαζε από μικρός ελληνική μυθολογία, η οποία ακόμη και σήμερα αποτελεί έμπνευση για εκείνον. «Η οπτική αφήγηση, το να λέω δηλαδή ιστορίες μέσα από τα εξώφυλλα περιοδικών, είναι κάτι που με συναρπάζει και σε ορισμένες περιπτώσεις έχει τεράστια δυναμική. Τη δυνατότητά μου να εμπνέομαι από την πραγματικότητα και να αποτυπώνω τις ιδέες μου στο χαρτί με τέτοιο τρόπο που να κάνει τους αναγνώστες να σκέφτονται και να προβληματίζονται, είναι κάτι που το χρωστώ στις ελληνικές ρίζες μου», λέει.

«Με απέρριψαν πολλές φορές»

Πριν κάποια χρόνια, όταν έβλεπε κάθε εβδομάδα στο τραπέζι του σαλονιού το περιοδικό ΤΙΜΕ, του οποίου οι γονείς του ήταν συνδρομητές, δε φανταζόταν ότι κάποτε το έντυπο αυτό θα κυκλοφορούσε με εξώφυλλο που θα είχε την υπογραφή του. «Ξεκίνησα από μικρός να διαβάζω το ΤΙΜΕ κι όσο μεγάλωνα άρχισα να αγοράζω το New Yorker για την ποιότητα της δημοσιογραφίας του και τα εμβληματικά εξώφυλλά του. Σήμερα αισθάνομαι ευγνώμων που μου δόθηκε η ευκαιρία να δουλέψω και στα δύο αυτά έντυπα. Πρόκειται για μια πολύ απαιτητική και ιδιαίτερα ανταγωνιστική δουλειά και δεν είναι λίγες οι φορές που πολλές από τις ιδέες που εγώ θεωρώ ιδανικές, έχουν απορριφθεί», εξηγεί. Αυτό, όπως λέει, είναι αρκετά ταπεινωτικό για τον ίδιο και ο βιοπορισμός του δεν είναι ποτέ σίγουρος. «Όμως έχω τέτοιο πάθος για ό,τι κάνω που καμιά δυσκολία δε μπορεί να με αποτρέψει. Συνεχίζω απτόητος να υποβάλλω τις ιδέες μου έχοντας πάντοτε στο πίσω μέρος του μυαλού μου ότι μπορεί να μη γίνουν δεκτές».

«Είμαι περήφανος που είμαι Έλληνας»

Ο ομογενής σκιτσογράφος έχει επισκεφθεί τη χώρα μας μονάχα μία φορά, στην οποία όμως πρόλαβε να δει αρκετά μέρη, όπως την Αθήνα, το Βόλο, τους Δελφούς και την Κεφαλλονιά. «Αυτό που θυμάμαι με νοσταλγία είναι να κάθομαι σε ένα καφενείο με τις ώρες πίνοντας ρετσίνα και τρώγοντας ελληνικές παραδοσιακές γεύσεις. Θέλω σίγουρα να ξανά έρθω και να φέρω τη σύζυγο και την κόρη μου που δεν έχουν έρθει ποτέ». Στην επόμενη επίσκεψή του θέλει να περιηγηθεί σε τόπους που γράφτηκαν σελίδες της ελληνικής ιστορίας αλλά και να πάει στη Λήμνο, απ’ όπου κατάγεται η οικογένεια του πατέρα του.

Πριν λίγες ημέρες έγινε γνωστή και η πρώτη του συνεργασία με τη χώρα μας καθώς το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης που φέτος γιορτάζει τα 60 του χρόνια, επέλεξε τον Τζον Μαυρουδή προκειμένου να φιλοτεχνήσει την αφίσα του. Πρόκειται για ένα γραμματόσημο, στο οποίο απεικονίζεται ο θεατής του φεστιβάλ σχεδιασμένος από λέξεις κινηματογραφικές στην αγγλική γλώσσα. «Είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτή τη δουλειά. Το γραμματόσημο ανέκαθεν μου άρεσε να το χρησιμοποιώ στα έργα μου καθώς πρόκειται για ένα διεθνές σύμβολο επικοινωνίας. Ό, τι δηλαδή κάνει κι ένα φεστιβάλ κινηματογράφου», εξηγεί και καταλήγει: «Νιώθω περήφανος που είμαι Έλληνας αλλά αισθάνομαι άσχημα που δε μιλώ τη γλώσσα, αν εξαιρέσετε κάποιες λέξεις. Είναι στα άμεσα σχέδιά μου όμως να τη μάθω».

Αφίσα για το 60ό Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

You might also like

This website uses cookies to improve your experience. We'll assume you're ok with this, but you can opt-out if you wish. Accept Read More

Privacy & Cookies Policy